|
Σάββατο 1 Ιανουαρίου 2011 |
|
|
|
|
|
|
|
Επισκεφτείτε μας ξανά
|
|
AΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ "Η Αθηναϊκή Επιθεώρηση" ΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΧΑΤΖΗΠΑΝΤΑΖΗ (Τόμος Α', Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη, Εκδόσεις ΕΡΜΗΣ, Αθήνα 1977). "Η περίοδος της μεγάλης ακμής της Επιθεώρησης στην Ελλάδα είναι τα χρόνια 1907 με 1921. Το είδος μεταφέρθηκε,βέβαια, στον τόπο μας από την ευρωπαϊκή σκηνή στα 1894, αλλά η χρυσή του εποχή δεν αρχίζει παρά μόνο μετά την εμφάνιση του "Εδώ κι εκεί" στα 1905 ή, ακόμη ακριβέστερα, μετά την εμφάνιση των ετησίων επιθεωρήσεων "Παναθήναια" και "Κινηματογράφος" στα 1907 και 1908, αντίστοιχα" (σελ.7).
"...στα 1907 εμφανίστηκαν τα πρώτα "Παναθήναια". Και η Επιθεώρηση έγινε μέσα σε μια νύχτα κεντρικός ρυθμιστής της θεατρικής ζωής του τόπου! Κατά την άποψη των απολογητών της, η Επιθεώρηση ήρθε στη σκοτεινότερη περίοδο της φραγκοκρατίας του ελληνικού θεάτρου, για να ανοίξει ένα μεγάλο ρήγμα στις τάξεις των στρατευμάτων κατοχής του κατακτητή. Τα "Παναθήναια" και το "Πανόραμα" του 1913 θα έφταναν να κάνουν μέσα σε μια χρονιά περισσότερες από διακόσιες παραστάσεις η κάθε μια! Οτι η Επιθεώρηση θα γινόταν το κυρίαρχο ελληνικό θεατρικό είδος στα χρόνια ανάμεσα στην Επανάσταση στο Γουδί και στη Μικρασιατική Καταστροφή και ότι, όταν θα παράκμαζε και θα υποχωρούσε αργότερα, θα άφηνε το ελληνικό θέατρο από πολλές απόψεις σε διαφορετική κατάσταση απ' ό,τι το παρέλαβε" (σελ.24-25).
"...ο συνθέτης Διονύσιος Λαυράγκας έγραφε, όχι χωρίς κάποια δόση νοσταλγίας, για τη χρυσή εκείνη εποχή: "Είχε κολλήσει τον κόσμο μια τέτοια επιδημία, ένα τέτοιο είδος μανίας διά το θέαμα τούτο, ώστε ξεκινούσε από τις πλέον απόμακρες γειτονιές, συν γυναιξί και τέκνοις, διά να το απολαύση. Εις τα εννέα δέκατα των θεάτρων της πρωτευούσης επαίζετο διαρκώς και μόνον επιθεώρησις".
"Στην ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου, η δεκαπενταετία ανάμεσα στην Επανάσταση στο Γουδί και στη Μικρασιατική Καταστροφή ανήκει αδιαφιλονίκητα και ολοκληρωτικά στην Αθηναϊκή Επιθεώρηση. Στο διάστημα αυτό, η Επιθεώρηση δεν αποτελούσε απλά ένα ακόμη είδος θεατρικής ψυχαγωγίας, ανάμεσα σε άλλα ισότιμα και παράλληλα είδη, όπως συμβαίνει σήμερα. Αποτελούσε αυτό το ίδιο το ελληνικό θέατρο" (σελ.31).
"Η επιθεωρησιακή έκρηξη του 1907-1921 κατάφερε να αποσπάσει το ελληνικό κοινό από τον μηχανικό παπαγαλισμό γαλλικών προτύπων και να το βάλει στον δρόμο μιας πρωτοβάθμιας απόπειρας να αρθρώσει εγχώρια δραματικά μοτίβα, που εκφράζανε τις αξίες και τα ιδανικά των νέων κοινωνικών σχημάτων της χώρας. Οταν η Μικρασιατική Καταστροφή ήρθε να βάλει τέρμα στη φιλόδοξη επεκτατική εκτίναξη της νεαρής αστικής τάξης, κατέρρευσε μαζί με το πολεμικό μέτωπο και η επιθεωρησιακή σκηνή. Το μοιραίο καλοκαίρι του 1922 δεν εμφανίστηκε ούτε μια [επιθεώρηση]. Οι ετήσιες επιθεωρήσεις είχαν πεθάνει οριστικά. Το ελληνικό θέατρο ξαναγύρισε στις μεταφράσεις ξένων έργων για να καλύψει τον κύριο όγκο των αναγκών του αστικού κοινού. Η δημιουργική ορμή της Επιθεώρησης είχε εξαντληθεί μαζί με τη δημιουργική ορμή της τάξης που τη γέννησε. Στα χρόνια της ακμής της, όμως, η Επιθεώρηση πρόλαβε να τοποθετήσει το νεοελληνικό θεατρικό επάγγελμα πάνω σε εντελώς νέες βάσεις" (σελ.32).
"Παρά το γεγονός ότι στις εφημερίδες της εποχής συναντούμε αρκετά συχνά περιγραφές και ειδήσεις σχετικές με τη Γαλλική, την Ιταλική, τη Γερμανική και την Αγγλική ακόμη Επιθεώρηση, φαίνεται πως οι Έλληνες επιθεωρησιογράφοι και ηθοποιοί δεν είχαν από πρώτο χέρι γνώση του ευρωπαϊκού μιούζικ χώλ, πέρα από την παράσταση της "Γκραν Βία"" (σελ.44).
"Το κεντρικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο μελετητής της πρώϊμης ιστορίας της Επιθεώρησης είναι η ολοκληρωτική εξαφάνιση του είδους από την αθηναϊκή σκηνή επί μια δεκαετία, αμέσως ύστερα από ένα θριαμβευτικό ξεκίνημα. Το φαινόμενο ίσως να μην είναι τελικά τόσο δυσεξήγητο όσο φαίνεται στην αρχή. Η Αθήνα των 120.000 κατοίκων των τελευταίων χρόνων του 19ου αιώνα δεν συγκέντρωνε τις αντικειμενικές προϋποθέσεις για την προκοπή της καινούριας αυτής μορφής θεατρικής ψυχαγωγίας" (σελ.60).
"Ουσία της Επιθεώρησης αναγνωρίστηκε από την πρώτη στιγμή η επικαιρότητα. "Η επιθεώρησις είναι επίκαιρος, εν είδος εφημερίδος καθημερινής", είχε πει στα 1915 ο Γεώργιος Τσοκόπουλος και στα 1944 ο Γιάννης Σιδέρης διατύπωνε την ίδια περίπου σκέψη με περισσότερα λόγια: "Ο,τι είναι για τη λογοτεχνία γενικά οι εφημερίδες, το ίδιο είναι και για το θέατρο η Επιθεώρηση. Επικαιρότητα, άμεση επικαιρότητα". Στο 19ο αιώνα, επικαιρότητα λογαριαζόταν ό,τι είχε συμβεί μέσα στους τελευταίους δώδεκα μήνες και οι επιθεωρήσεις είχαν τη μορφή μιας σατιρικής ανακεφαλαίωσης των γεγονότων της δημόσιας ζωής ενός ολόκληρου ημερολογιακού έτους" (σελ. 96).
"Από το 1908 και μετά, η λέξη "επικαιρότητα" αρχίζει να αποκτά κάπως διαφορετική έννοια για τους Αθηναίους, και η επιθεώρηση αναγκάζεται να προσαρμοστεί σ' ένα ταχύτερο ρυθμό ζωής" (σελ.97).
"Απ' όλα τα επίκαιρα θέματα της ελληνικής δημόσιας ζωής, τα πολιτικά ήταν πάντα τα πιο ελκυστικά και ταυτόχρονα τα εκρηκτικότερα" (σελ.101).
"Τα πατριωτικά νούμερα αποδείχτηκαν σωτήρια λύση για τους επιχειρηματίες της Επιθεώρησης. Ενώ η σάτιρα της εσωτερικής πολιτικής ζωής του τόπου διαιρούσε κατά κανόνα το κοινό και απειλούσε να προκαλέσει κάθε φορά τις ανεπιθύμητες αντιδράσεις των αντιφρονούντων, η σάτιρα του εξωτερικού εχθρού συναντούσε τον ομόθυμο ενθουσιασμό και την υποστήριξη όλων" (σελ.117).
"Εκείνο που κάνει τη βαθύτερη εντύπωση στο σημερινό μελετητή της Επιθεώρησης είναι το αγεφύρωτο χάσμα που αρχίζει ν' ανοίγεται ραγδαία μετά το Διχασμό ανάμεσα στις μπαρόκ ονειροπολήσεις της μουσικής σκηνής και στην απτή πραγματικότητα" (σελ.121).
"Οι επιθεωρησιογράφοι στο σύνολό τους ήταν επαγγελματίες του γραφτού λόγου - παράγοντες της δημοσιογραφικής ζωής του τόπου και συγγραφείς με πλήθος εκδόσεων στο ενεργητικό τους" (σελ.138).
"Μπορεί να πει κανείς πως το πρόβλημα της συνοχής η επιθεωρησιογραφία το αντιμετώπισε ικανοποιητικά με δύο κυρίως δραστικά μέτρα: με την αυστηρή τυποποίηση της φόρμας της Επιθεώρησης και με τη χρησιμοποίηση μιας πινακοθήκης μόνιμων και επανεμφανιζόμενων ηρώων που χάριζαν στο κοινό (και στους συγγραφείς) σταθερά σημεία πρόδεσης" (σελ.144).
|
|
|
|